• ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΙΕΣΤΗΡΙΟΥ...

  • Αριθμός ταινιών: 22316
  • Αριθμός συν/τών: 759967
  • Πρόγραμμα 300 Κινηματογράφων και 18 τηλεοπτικών σταθμών
Αφιερωμα


Σάβ 07 Ιουν 2003

Crash Test : Ripley`s Game VS. An American Friend








VS.





«Αν ήμουν δολοφόνος, θα ήθελα να είμαι ο Ripley του Malkovich –εύγε!»

Όπως είχα παρατηρήσει και στην κριτική του «Παιχνιδιού του Ρίπλεϋ, αν κάτι καθιστά εξαιρετικά ενδιαφέρουσα την ταινία της Cavani, είναι έξοχη η ερμηνεία του John Malkovich στο ρόλο του τίτλου –ένας αποστασιοποιημένος από την “πραγματικότητα των κοινών θνητών” δολοφόνος, με εξαιρετικά καλό γούστο και όψη ατόμου βαθύτατα καλλιεργημένου. Αναπόφευκτα λοιπόν, η πρώτη σύγκριση που θα έκανα ανάμεσα στις δύο ταινίες είναι αυτή ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές –εντός εισαγωγικών ωστόσο, μιας και ο ρόλος που κρατούν μπορεί να είναι ο πλέον επιβλητικός, αλλά όχι αυτός που ενδιαφέρει πρωταρχικά το σκηνοθέτη-αναγνώστη-αφηγητή του βιβλίου της Highsmith.

Από τη μία λοιπόν έχουμε τον Malkovich να αποτελεί το κυρίαρχο στοιχείο ενδιαφέροντος στην ταινία της Ιταλίδας σκηνοθέτιδας δίνοντας ακόμη μια εξαιρετική ερμηνεία, και να κερδίζει το μονοπώλιο της συμπάθειας των θεατών με ένα ρόλο χαμηλών αξιώσεων, αποδίδoντάς τον ωστόσο χωρίς να ξεφεύγει από τη συνήθη προσέγγιση του υπερήφανου, υπερόπτη άνδρα –ίσως απλά βελτιώνοντάς την. Από την άλλη έχουμε τον Dennis Hopper, έναν ικανότατο ηθοποιό, που κέρδισε όμως την αναγνώριση του κοινού του σε ρόλους συνήθως καρμποναρισμένους –του νοητικά και ψυχικά διαταραγμένου, της ανισόρροπης σκοτεινής φιγούρας, εγκλωβισμένης σε μια κατάσταση υπαρξιακής παρακμής, ενίοτε και στο αδιέξοδο του αλκοολισμού ή άλλων εθισμών.
Αν μπορούσα να
βάλω στον τοίχο
μου μια οθόνη
πλάσμα,
εν είδη κάδρου
με κίνηση, τότε
πολλές από τις
εικόνες που θα
φιλοξενούσε θα
ανήκαν στην
Cavani.
Έχω την αίσθηση ότι στη συγκεκριμένη διαμάχη ο νικητής είναι αδύνατον να κριθεί λόγω υποκριτικών ικανοτήτων, αλλά η σύγκριση πρέπει να μεταφερθεί στο τεραίν της συμπάθειας του κοινού. Τουτέστιν, τίνος η υποκριτική τακτική θα εφαρμοστεί στο σωστό ρόλο, για να επιτύχει την ταύτιση του κοινού με το χαρακτήρα. Με άλλα λόγια, μιλώ εντελώς υποκειμενικά όταν ξαναλέω: «Αν ήμουν δολοφόνος, θα ήθελα να είμαι ο Ripley του Malkovich –εύγε!».

Νομοτελειακό επακόλουθο, η σύγκρουση των δύο σκηνοθετών, μιας και αυτοί άλλωστε επέλεξαν και τους «πρωταγωνιστές» τους. Στη μια γωνία, έχουμε τη Liliana Cavani, μια Ιταλίδα σκηνοθέτιδα που αλίμονό της αν μπορούσε να αντισταθεί στην εκπληκτική φυσική ομορφιά της χώρας της και στην απαράμιλλη αναγεννησιακή αρχιτεκτονική των κτιρίων της. Δέσμια όμως των μεγαλομανών πλάνων της, αγνοεί τον άπλετο χώρο ψυχογράφησης χαρακτήρων που της προσφέρει το κείμενο της Highsmith, αφήνοντας τη δουλειά αυτή στο physique του main lead του θιάσου της –και ποιος θα ταίριαζε καλύτερα στα αναγεννησιακά σκηνικά από τον Malkovich; Για να μην παρεξηγηθώ, βρίσκω τη δουλειά της Cavani υψηλότατης αισθητικής αξίας: αν μπορούσα να βάλω στον τοίχο μου μια οθόνη πλάσμα, εν είδη κάδρου με κίνηση, τότε πολλές από τις εικόνες που θα φιλοξενούσε θα ανήκαν στην Cavani.
Ο Wenders είναι
κατασταλαγμένος
στις προθέσεις του
να παρουσιάσει μέσα
από τις ταινίες του
ένα κοινωνικοπολιτικό
σχόλιο για τις
σχέσεις της χώρας
του με την Αμερική
και την
αμερικανοποίηση της
κουλτούρας του.
Ο Αμερικανός Φίλος
είναι η απεικόνιση
αυτού του
διεστραμμένου
τανγκό διαφθοράς
Αλλά οι υπέροχες εικόνες της, δυστυχώς δεν προσφέρουν κάτι το βαθύτερα ουσιαστικό στην ιστορία που θέλει να μας πει.

Στην άλλη γωνιά, έχουμε τον Wim Wenders. Ήδη τότε αναγνωρισμένος από τους κριτικούς (ιδίως μετά την Αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το Πέναλτι) και κατασταλαγμένος στις προθέσεις του να παρουσιάσει μέσα από τις ταινίες του ένα κοινωνικοπολιτικό σχόλιο για τις σχέσεις της Γερμανίας με την Αμερική και την αμερικανοποίηση της κουλτούρας του. Ο Αμερικανός Φίλος είναι η απεικόνιση αυτού του διεστραμμένου τανγκό διαφθοράς, με τον Dennis Hopper στο ρόλο ενός Τεξανού Ρίπλεϋ. Η κλειστοφοβική σκηνοθεσία του, η σκοτεινή φωτογραφία, το νευρώδες μοντάρισμα ζωγραφίζουν το ψυχογράφημα των ηρώων του, αλλά ο Wenders απομακρύνεται από τον πραγματικά ενδιαφέροντα διεστραμμένο νου του Ρίπλεϋ και σκοπεύει με την κάμερά του τις ψυχολογικές μεταπτώσεις του πραγματικού πρωταγωνιστή της ταινίας (και του βιβλίου), του Ζιμμερμαν (Bruno Ganz), προσωπικότητα που ενσαρκώνει την παρηκμασμένη και ετοιμοθάνατη γερμανική κοινωνία των τελευταίων ετών του ’70. Το αν πετυχαίνει στο στόχο του βέβαια, είναι μια άλλη ιστορία. Λίγο το -εσωτερικό μεν, άνευρο δε- παίξιμο του Ganz λίγο το χαλάρωμα του σεναρίου από τον Wenders, και ο Αμερικανός Φίλος κάπου χάνει τη μπάλα. Έχει αυτή τη σπίθα, που τελικά δεν καταφέρνει να μετατραπεί σε φλόγα. Εκτός αυτού και πέραν του θέματός της, η ταινία του Wenders είναι εγκλωβισμένη στην εποχή της –τα γερμανικά ‘70s- κυρίως λόγω της σκηνογραφίας της. Και αν κάτι δεν αντέχεται, είναι οι ταινίες εποχής που αναφέρονται μόνο στην εποχή τους.

Εν κατακλείδι, μπορεί το Παιχνίδι του Ρίπλεϋ να κερδίζει και να ξεπερνά σε στυλ τον Αμερικανό Φίλο, αλλά ο δεύτερος έχει το αβαντάζ της ουσίας. Όσο για τους δύο πρωταγωνιστές; Διαλέξτε αυτόν που σας ταιριάζει καλύτερα.


 
 
Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια. Στείλτε το πρώτο!

Αυτή τη στιγμή δεν είστε συνδεδεμένος. Συνδεθείτε ή κάντε εγγραφή για να σχολιάσετε.