• ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΙΕΣΤΗΡΙΟΥ...

  • Αριθμός ταινιών: 22316
  • Αριθμός συν/τών: 759967
  • Πρόγραμμα 300 Κινηματογράφων και 18 τηλεοπτικών σταθμών


Τρί 23 Νοε 2004

Ανταπόκριση 23/11




Πέμπτη μέρα του Φεστιβάλ και ήδη λόγω καιρού (μονοψήφιες θερμοκρασίες) και της σύγχισης στις διάφορες αίθουσες του Φεστιβάλ (φούρνος μικροκυμάτων το Ολύμπιον, καταψύκτες κρεάτων οι αίθουσες στο λιμάνι), το Odeon Πλατεία όπου γίνονται οι δημοσιογραφικές προβολές θυμίζει νοσοκομείο. Οι δύστυχοι οι Αθηναίοι κριτικοί δεν άντεξαν και συνέχεια βήχουν, φτερνίζονται, σκουπίζουν τις κόκκινες μύτες τους. Εγώ περιέργως είμαι υγιέστατος αλλά για πόσο; Πάντως ευτυχώς σήμερα ξημέρωσε μια κατά τι θερμότερη μέρα, οπότε ελπίζουμε να μπορέσουμε να κυκλοφορήσουμε και με τα κοντομάνικα cine-μπλουζάκια μας κάποια στιγμή.


Ξεκινώντας από χθες, οφείλουμε να πούμε ότι μας ξάφνιασε στη συνέντευξη τύπου που έδωσαν τρεις έλληνες σκηνοθέτες (ή μάλλον δυο σκηνοθέτες και ένας σεναριογράφος), το πόσο βαρετή και ανούσια μπορεί να είναι μια τέτοια διαδικασία. Ο καθένας είπε τα δικά του, έβγαλε τη φιλοσοφία του για τη ζωή και συνεχίσαμε όλοι ευτυχισμένοι να τρέχουμε σε αίθουσες να δούμε ταινίες (γι’ αυτό δεν ήρθαμε;).
Το μοναδικό ενδιαφέρον, η παρουσία του Αύγουστου Κορτώ (σεναριογράφου της Τεστοστερόνης) ο οποίος αφού παρέπεμψε τους κριτικούς κινηματογράφου στα κλασικά έργα μεγάλων σκηνοθετών (προκειμένου να μάθουν να χρησιμοποιούν σωστά στα κείμενά τους τα ονόματα του Φελίνι, του Μπέργκμαν κλπ.), μας είπε πού έχει γραμμένο τον Αντονιόνι και την Κόκκινη Έρημό του και μας ευχαρίστησε σχεδόν με αναφιλητά που είδαμε την ταινία του. Σίγουρα έκλεψε την παράσταση, όμως αυτό εμένα δεν μου ήταν αρκετό. Τον βρήκα στη συνέχεια και του έδωσα να διαβάσει τις κριτικές δυο μεγάλων εφημερίδων για την Τεστοστερόνη καταγράφοντας παράλληλα τις αντιδράσεις του. Καταρχήν να πούμε ότι το πιο θετικό σχόλιο που υπήρχε στις κριτικές, ήταν ότι το σενάριο θα ήταν καλύτερο αν επρόκειτο για ταινία σκληρού πορνό. Για 4 περίπου λεπτά ο Κορτώ κρατούσε το στόμα του και κοιτούσε το άπειρο. Φυσικά δεν με έπεισε ότι δεν το περίμενε αλλά αυτό που με ενδιέφερε εμένα είναι το κατά πόσο τον ενδιαφέρει το τι θα γράψουν οι κριτικοί. Απάντησε περίπου ότι «δεν είναι ενδεικτικό του πώς το πήραν οι θεατές» και ξαναέπεσε με τα μούτρα στην εφημερίδα (περίπου). Το θέμα είναι ότι απ’ ότι κατάλαβα, οι ίδιοι οι συντελεστές καταδιασκέδασαν τις 15 περίπου (επεισοδιακές λόγω καιρού που στη Νάξο είναι ανώμαλος) εβδομάδες γυρισμάτων και ότι το κοινό στην ταινία του δε σταμάτησε να γελά κατά τη διάρκεια της προβολής. Θα προσπαθήσω να μην εκφέρω άποψη για την ταινία προς το παρόν (άλλωστε ήδη 3 συνεργάτες του Cine.gr διαπληκτίζονται για το ποιος θα το κάνει), απλά θα πω ότι για το είδος της κωμωδίας είχε εξαιρετικά ευρηματικές ατάκες και σκηνές.

Διαβάζοντας σήμερα το Πρώτο Πλάνο, την καθημερινή εφημερίδα του Φεστιβάλ για το Φεστιβάλ (με την πάντα πολύ ενδιαφέρουσα Γκέλυ Μαδεμλή να γράφει τα σχόλια και να είναι ίσως ο μοναδικός λόγος που το αναζητούμε -σχεδόν- με πάθος κάθε μέρα), πέφτουμε πάνω στις μέχρι τώρα βαθμολογίες για το Βραβείο Κοινού και ειδικά στο ελληνικό τμήμα παθαίνουμε πολλαπλά σοκ. Προηγείται καλοί μου αναγνώστες το «Μη Φεύγεις» κι έτσι μου ‘ρχεται να φύγω. Την ταινία την είδα και έχω να πω τα... χειρότερα. Θυμάστε που λέγαμε για το τηλεοπτικό σήριαλ «504 χιλιόμετρα βόρεια της Αθήνας»; Ε, το ίδιο πράγμα έχουμε κι εδώ, άσε που και το «Μη Φεύγεις» ο Λάκης ο Λαζόπουλος μας το παρουσιάζει (...). Μιλάμε για ένα εκνευριστικότατο πάρτυ στις Φοιτητικές Εστίες της Θεσσαλονίκης (που την περίοδο του Φεστιβάλ βρίσκονται σε κατάληψη από φοιτητές των ΤΕΙ που ζητούν το αυτονόητο – περισσότερες εστίες για τους φοιτητές, δωρεάν σίτιση – στέγαση – παιδεία), όπου το πιο close-to-reality άτομο που κυκλοφορεί, είναι μια υποχόνδρια έγκυος φοιτήτρια κλεισμένη στο δωμάτιό της για μήνες. Και το πιο extreme, μια κοπέλα που την παντρέψανε στο χωριό της 14 χρονών, ο άντρας της ήταν 50άρης και την έδερνε ασύστολα ενώ η οικογένειά της έκανε την πάπια και τώρα σαν αντίδραση έχει πάρει όλη τη Νομική και τις γύρω σχολές. Φρίκη που δεν έχει τελειωμό, αφού η κινηματογράφηση δεν είναι ερασιτεχνική, είναι δήθεν «επιμελώς ατημέλητη», οι ερμηνείες θυμίζουν «Λάμψη» και οι προσπάθειες να το φιλοσοφήσουμε λίγο πιάνουν πάτο με το ρεζουμέ να λέει ότι όλοι πρέπει να κυνηγούμε το άσπρο μας (μήπως εννοούσε τΗν άσπρη μας - σκόνη;;;).

Πώς τώρα εξηγείται η πρωτιά στα βραβεία κοινού; Έχω μια εξήγηση και γι’ αυτό. Βλέπετε, με το νέο σύστημα όπου στέλνεις SMS για να ψηφίσεις, έχει καταντήσει να ψηφίζουν μόνο οι συγγενείς και φίλοι του σκηνοθέτη και των λοιπών συντελεστών. Ε, ο Αλέξανδρος Πανταζούδης και η παρέα του, είχαν πολλούς τέτοιους (τι διάολο, 150 άτομα είχαν καλέσει στο πάρτι στις εστίες, οι μισοί απ’ αυτούς δε θα ήταν και στην προβολή;;). Και μια άλλη παρατήρηση προς το νεότερο σκηνοθέτη της φτηνότερης ταινίας του Φεστιβάλ (το εμπεδώσαμε, δεν χρειάζεται να το ξαναπείτε). Πρώτον έχουν γυριστεί κι άλλες ταινίες με λιγότερα από 2.000 ευρώ, δεύτερον αυτό δε σημαίνει τίποτα και τρίτον, καλά ήταν στην πρώτη προβολή στο Ολύμπιον που δεν μιλήσατε πολύ πριν, γιατί στη δεύτερη προβολή μιλούσατε κάνα 10λεπτο κι είχαμε να δούμε κι άλλη ταινία μετά.

Αφού έβγαλα σχεδόν όλη τη χολή μου στο «Μη Φεύγεις», μου έχει μείνει μόνο λίγη για τις άλλες δυο ταινίες του ελληνικού τμήματος που είδαμε χτες, οπότε θα πω κάτι πολύ απλό. Παιδιά, χαλαρώστε. Έλεος με τα ανιαρά δραματάκια, τα φορτωμένα φιλοσοφίες της ζωής (Χειμωνιάτικη Νοσταλγία) κι ανεκπλήρωτους έρωτες (Αλεμάγια - αλήθεια, ποια η γνώμη σας για τον τίτλο γιατί εδώ έχουμε μια διαφωνία) στον ελληνικό κινηματογράφο. Μπουχτίσαμε.

Ευτυχώς δηλαδή που υπάρχουν πάντα τα τμήματα του διεθνούς διαγωνιστικού και των Νέων Οριζόντων. Έτσι, το Μεξικάνικο Κυνήγι της Πάπιας, η Ισραηλινή Χρυσαφένια και φυσικά ο Peter Greenaway μετά τα μεσάνυχτα μας έβγαλαν απ’ την πολύ επικίνδυνη κατάσταση που βρισκόμασταν. Α και κύριε Πανταζόπουλε, ο Greenaway έδωσε πολλά λεφτά για την ταινία του, ο Fernando Eimbcke (σκηνοθέτης του Κυνηγιού της Πάπιας) όμως όχι και guess what: γύρισε ένα διαμαντάκι!

Σήμερα, το σημαντικότερο γεγονός της ημέρας, ήταν το Master Class του Greenaway που μάζεψε πολύ κόσμο αλλά τελικά ανέλυσε περισσότερο την τελευταία του ταινία, παρά δίδαξε κάτι στους νεότερους. Αν μάλιστα πούμε ότι κάπου βαρεθήκαμε θα μας το χτυπάτε για πολύ καιρό; Αργότερα, πήρε τη σειρά του για τον Χρυσό Αλέξανδρο (που από μακριά μοιάζει με Όσκαρ – εδώ γελάμε), τον οποίο παρέλαβε από τα χέρια του προέδρου της κριτικής επιτροπής του Φεστιβάλ, τον Ούγγρο σκηνοθέτη Miklos Jansco. Εκεί μας είπε και το πολύ ενδιαφέρον «Το δικό μου κοινό είναι τριχοτομημένο. Το ένα μέρος μετά τα πρώτα πέντε λεπτά θεωρεί ότι έκανε λάθος και φεύγει. Ένα δεύτερο μέρος μού δίδει μια ευκαιρία, αλλά στα 40 λεπτά εγκαταλείπει οργισμένο την αίθουσα. Το τρίτο μέρος μένει και ξαναέρχεται. Αν καταφέρω να πείσω το 33% των θεατών που έρχονται να δουν τη δουλειά μου, να μείνει, θα έχω πετύχει». Εγώ πάλι τοποθετώ τον εαυτό μου σε μια τέταρτη κατηγορία. Αυτού που φεύγει μετά από περίπου μιάμιση ώρα, όχι αγανακτισμένος, αλλά απίστευτα νυσταγμένος με το ρολόι να δείχνει 2:00 (περίπου) και με 6 ταινίες (σε μια μέρα) στην πλάτη. Αλλά λέω να ξαναπεράσω κι απόψε για κανένα τεταρτάκι. Σε γενικές γραμμές πάντως, αυτό που περιέγραψε ο ίδιος ο Greenaway έγινε και στην πραγματικότητα στη χθεσινή προβολή. Η αίθουσα, αργά αλλά σταθερά, άδειαζε.

Σήμερα θα σταθούμε μόνο στις δυο ελληνικές ταινίες του διαγωνιστικού, το πολλά υποσχόμενο (ας είναι αυτό το διαμαντάκι που περιμένουμε...) Είναι ο Θεός Μάγειρας; (με τον ήρωα να μπαίνει σε μυστική λέσχη μαγείρων με σκοπό να ανακαλύψουν την τέλεια γεύση) του Στέργιου Νιζίρη και το Quo Vadis (με τους δεκάδες χαρακτήρες που ζουν στην σύγχρονη Αθήνα – we’ve seen it so many times…) του Τάκη Τουλιάτου.

Σας αφήνουμε με την ευχή να βρείτε κάποτε εισιτήριο για την προβολή που σας ενδιαφέρει. Μην ξεχνάτε ότι η ελπίδα πεθαίνει τελευταία κι άλλωστε μόνο αυτό μας απέμεινε και το να ελπίζουμε ότι αν πάμε λίγο πριν την αρχή της ταινίας θα έχουν μείνει κενές θέσεις πρόθυμες να καλυφθούν από εμάς. Γιατί αν περιμένεις να βρεις εισιτήριο μετά τις 12 το μεσημέρι...

Υ.Γ.1 Στη χθεσινή μας περιήγηση, πέσαμε πάνω σε αναγνώστη του Cine που φορούσε καπελάκι OldBoy. Ναι, το είχε κερδίσει απ’ το Cine.gr και δεν μπορούσαμε παρά να τον φωτογραφήσουμε (αφού τον επιπλήξαμε που δεν φορούσε και το μπλουζάκι) με φόντο τον κάμεραμαν στην πλατεία Αριστοτέλους. Καλό κομάτι δε νομίζετε (το καπελάκι εννοώ);

Υ.Γ.2 Ακολουθούν μερικές φωτό από την προβολή του Tulse Lupper: The Moab Story για να πάρετε μια γεύση...













 
 
Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια. Στείλτε το πρώτο!

Αυτή τη στιγμή δεν είστε συνδεδεμένος. Συνδεθείτε ή κάντε εγγραφή για να σχολιάσετε.