• ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΙΕΣΤΗΡΙΟΥ...

  • Αριθμός ταινιών: 22316
  • Αριθμός συν/τών: 759967
  • Πρόγραμμα 300 Κινηματογράφων και 18 τηλεοπτικών σταθμών
Cineντευξη


Κυρ 13 Μαρ 2005

ΜΑΡΩ ΚΟΝΤΟΥ




CINE: Κυρία Κοντού, κατ’ αρχήν θέλω να σας μεταφέρω την αγάπη και την εκτίμηση και των υπολοίπων συνεργατών μου στο cine.gr, ιδιαιτέρως από την αρχισυντάκτριά μας την Άλκηστη Χαρσούλη. Εγώ σας ευχαριστώ πολύ που δεχτήκατε να ξετυλίξουμε μαζί ορισμένες σημαντικές πτυχές του ελληνικού κινηματογράφου, στην ανάδειξη του οποίου έχετε συμβάλλει τα μάλα με τις ερμηνείες και την παρουσία σας.
Θα ήθελα σαν εισαγωγή να μου μιλήσετε για τα εφηβικά σας χρόνια και την γνωριμία σας με τον κινηματογράφο.
Εισήλθατε στον κόσμο της μεγάλης οθόνης σε ηλικία μόλις 18 χρονών. Πως αποφασίσατε να γίνετε ηθοποιός;


ΜΑΡΩ ΚΟΝΤΟΥ: Τελειώνοντας το γυμνάσιο, τέλειωσα και την σχολή κλασσικού χορού της Κούλας Πράτσικα, την σημερινή κρατική σχολή. Σύμφωνα λοιπόν με το τάλαντο αυτό του χορού, βρέθηκα στον χορό αρχαίας τραγωδίας του Εθνικού Θεάτρου, σε μια αναζήτηση που έκανε ο σκηνοθέτης και διευθυντής του, Δημήτρης Ροντήρης, που ζητούσε και από τις δύο σχολές χορού Ραλλούς Μάνου και Κούλας Πράτσικα, κοπέλες με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ψηλές όμορφες με ωραία κίνηση για να συγκροτήσει τον χορό της αρχαίας τραγωδίας. Δώσαμε λοιπόν εξετάσεις περίπου 60 κοπέλες και από τις δυο σχολές όπου επιλέχθηκαν οι 15 απ’ τον τότε σκηνοθέτη Δ. Ροντήρη. Συνεργάστηκα 5 χρόνια με το Εθνικό Θέατρο σε παραστάσεις τραγωδίας και Αττικής κωμωδίας, και με την εμπειρία των 5 αυτών ετών πλάι σε μεγάλους τραγωδούς όπως είναι ο Μινωτής, η Παξινού, η Συνοδινού, ο Κωτσόπουλος, η Αρώνη, η Μανωλιδου, και με την παρότρυνση του τότε σκηνοθέτη Αλέξη Σολωμού, αποφάσισα να πάρω την άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος της ηθοποιού. Έδωσα και πάλι εξετάσεις σε μια κρατική επιτροπή ως εξαιρετικό ταλέντο κι έτσι απέκτησα το δίπλωμά μου ως ηθοποιός. Συγχρόνως ήρθε και η πρώτη πρόταση αν δεν απατώμαι το 1958 από τον Ντίνο Δημόπουλο τον σκηνοθέτη, ο οποίος γύριζε τότε στο Ναύπλιο μια ταινία με την Άννα Συνοδινού Ο Άνθρωπος του Τρένου και μου ζήτησε να κάνω μια κυρία περί της οποίας γινόταν συνεχώς λόγος στο σενάριο αλλά δεν είχε η ίδια λόγο. Αυτή ήταν η πρώτη μου εμφάνιση στον ελληνικό κινηματογράφο, βουβή εμφάνιση και την θεωρώ την πρώτη μου ταινία. Πρωταγωνιστούσαν επίσης ο Γιώργος Παπάς, ο Νικολινάκος...δεν μπορώ να θυμηθώ άλλους... και είχα μια πρώτη επαφή με τους ανθρώπους του κινηματογράφου, τους σημαντικούς τεχνικούς και σκηνοθέτες.

CINE: Η πρώτη σας εμφάνιση στον κινηματογράφο πριν γίνετε ηθοποιός ήταν στην ταινία Χαρούμενο Ξεκίνημα.

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ναι, εκεί πάλι, δεν ξέρω πως, ο Γιώργος Οικονομίδης ή το σενάριο είχε γράψει ή πρωταγωνιστούσε ή και τα δύο, ζήτησε δύο ωραίες κοπέλες από τον χορό αρχαίας τραγωδίας του εθνικού θεάτρου, για να υποδυθούν μέσα σε κάποιο όνειρο του, μία μια κοπελίτσα και η άλλη μια κυρία. Ζήτησε λοιπόν τη Μαίρη Χρονοπούλου και εμένα, εγώ έκανα την κοπελίτσα και η Μαίρη την κυρία, επάνω σ’ ένα τραγούδι που είχε γράψει τους στοίχους ο Οικονομίδης που έλεγε «...εσείς μικρή μου δεσποινίς χαριτωμένη που με κοιτάτε με το βλέμμα σας το απλό, η παιδική σας η καρδιά θα περιμένει για να της πω το πρώτο σ’ αγαπώ..» κάτι τέτοιο. Και την άλλη στιγμή πάλι στο όνειρό του μέσα από τον στίχο, έλεγε για τη Μαίρη Χρονοπούλου «..κι εσείς κυρία μου κομψή και ντελικάτη..» ή κάτι άλλο αντίστοιχο. Οπότε και εκεί ήταν βουβοί οι ρόλοι μας, ήτανε μόνο εικόνες δυο ωραίων κοριτσιών. Αυτή νομίζω ήτανε παραγωγή της Φίνος Φιλμ, οι οποίοι είδανε δυο νόστιμες κοπέλες και μας ρώτησαν αν ήμαστε ηθοποιοί. Η γνωριμία αυτή έγινε αφορμή να μου προταθεί ο πρωταγωνιστικός ρόλος στην ταινία Τα Κίτρινα Γάντια της Φίνος Φιλμ το 1960.

CINE: Κάνατε λοιπόν το ντεμπούτο σας με Τα Κίτρινα Γάντια δίπλα σε πολύ ταλαντούχους ηθοποιούς που είχαν ήδη ψηθεί στο σανίδι του θεάτρου και στον κινηματογράφο.

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Με τον Νίκο Σταυρίδη, τον Μίμη Φωτόπουλο, και τη Μάρθα Βούρτση με την οποία ξεκινούσαμε μαζί. Ήταν ένα σενάριο πολύ ωραίο του Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου.

CINE: Πριν ασχοληθούμε με τις ταινίες σας θα ήθελα να μου πείτε πως αντέδρασε η οικογένειά σας στην απόφασή σας να ασχοληθείτε με το θέατρο και τον κινηματογράφο;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Εκτός από την γιαγιά μου που είχε κάποιες αντιρρήσεις και σχετικά ταμπού γύρω από το επάγγελμα της θεατρίνας όπως το έλεγε, με την μητέρα μου πήγαμε καλύτερα, διότι ο χορός αρχαίας τραγωδίας του τότε Βασιλικού Θεάτρου όπως λεγότανε, ήταν πολύ τιμητικός τίτλος, και συγχρόνως είχα και μια μόνιμη δουλειά. Οπότε η μεν γιαγιά είχε κάποιες αντιρρήσεις ότι δεν είναι ένα επάγγελμα τόσο αξιοπρεπές κατά τις απόψεις μιας γυναίκας που είχε μεγαλώσει στη Σμύρνη, με τις δασκάλες της, με τις ξένες γλώσσες κτλ. ενώ η μητέρα μου σαν πιο σύγχρονη γυναίκα εργαζόμενη στο Υπουργείο Παιδείας το αντιμετώπισε πιο συμπαθητικά.

CINE: Η λίστα με την φιλμογραφίας σας είναι αρκετά μακροσκελής, με πλειάδα ταινιών που σημείωσαν τεράστια επιτυχία. Επομένως θα χρειαζόμασταν ώρες ατελείωτες για να μιλήσουμε ξεχωριστά για κάθε μια από αυτές. Θα ήθελα λοιπόν να επιλέξουμε ορισμένες που κατά την άποψή μου έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του κινηματογραφικού γίγνεσθαι στην Ελλάδα. Η πρώτη ταινία που έχω ξεχωρίσει είναι η Αντιγόνη (1961) του Σοφοκλή σε μετάφραση και σκηνοθεσία του Γιώργου Τζαβέλλα γιατί πιστεύω ότι ήταν τρομερά σημαντική.

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ναι, όντως!

CINE: Θυμόσαστε πού έγιναν τα γυρίσματα; Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Τα περισσότερα γυρίσματα έγιναν έξω από το στούντιο ΑΤΑ στα Μελίσσια, θυμάμαι ότι εκεί πρωτογνώρισα τον Γιώργο Τζαβέλλα τον Μάνο Κατράκη και την Ειρήνη Παπά από κοντά, το θεώρησα μεγάλη μου τιμή να παίξω έναν σημαντικό ρόλο, κλασσικό ρόλο, και κρατάω τις καλύτερες αναμνήσεις από την συνεργασία μου με τον Γιώργο Τζαβέλλα, η οποία όπως θα δούμε παρακάτω έχει επαναληφθεί με μεγάλη επιτυχία στην ταινία Η δε Γυνή να Φοβείται τον Άνδρα.

CINE: Να θυμίσουμε το cast των ηθοποιών. Αντιγόνη ήταν η Ειρήνη Παπά, Κρέοντας ο Μάνος Κατράκης, Ισμήνη εσείς, και αρκετοί άλλοι σημαντικοί ηθοποιοί.

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ναι και αρκετοί άλλοι, δεν μπορώ να θυμηθώ κι εγώ περισσότερα, γιατί αυτή η ταινία δεν ξέρω για ποιο λόγο έχει εξαφανιστεί από τις επαναλήψεις που κάνει η ελληνική τηλεόραση. Νομίζω ότι ήταν μια παραγωγή του Δημήτρη Πάρη. Δεν ξέρω τι έχει γίνει αυτή η ταινία. Αξίζει τον κόπο να αναζητηθεί και να προβληθεί.

CINE: Παρόλο που ήταν πολύ σημαντική η προσπάθεια του Τζαβέλλα να επαναφέρει με σοβαρό τρόπο το αρχαίο δράμα στον ελληνικό κινηματογράφο, η Αντιγόνη δέχθηκε τα πυρά των Ελλήνων κριτικών, αλλά αποθεώθηκε στο εξωτερικό.

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ναι, ακριβώς αυτό έγινε. Δεν μπορώ να έχω γνώμη αυτή την στιγμή αντικειμενική γιατί δεν έχει τύχει ούτε να την έχω στο αρχείο μου ούτε να την έχω ξαναδεί για να έχω μια έντιμη αντικειμενική γνώμη. Πάντως ήτανε πιστεύω μια καθαρή δουλειά με υπέροχους ηθοποιούς.

CINE: Το γεγονός ότι ο Μάνος Κατράκης πήρε το βραβείο α’ ανδρικού ρόλου στο φεστιβάλ του San Francisco το 1961 για την ερμηνεία του Κρέοντα, μαρτυρά την αξία του όλου εγχειρήματος. Στην Ελλάδα όμως το κοινό δεν ήταν αρκετά ώριμο, ήταν και ο λόγος του Σοφοκλή δύσκολος και θεωρήθηκε το έργο ιεροσυλία. Μέχρι που κόπηκε και ο πρόλογος του Τζαβέλλα στην ταινία από όλους τους αιθουσάρχες. Να σας ρωτήσω κάτι άλλο τώρα. Αν και αυτοδίδακτος στον κινηματογράφο, ο Γιώργος Τζαβέλλας υπήρξε πολύ ευρηματικός και ταλαντούχος. Να θυμίσω ενδεικτικά τις ταινίες Χειροκροτήματα (1946), Ο Μεθύστακας (1952), Η Κάλπικη Λίρα (1956), Μια ζωή την Έχουμε (1961). Θυμάστε τον τρόπο που υποδείκνυε τις σκηνοθετικές του ντιρεκτίβες, ήταν αυστηρός, είχε καλή επικοινωνία με τους ηθοποιούς;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ήτανε γλυκύτατος, είχε υπέροχη επικοινωνία με τους ηθοποιούς, δεν θυμάμαι στο Η δε Γυνή να Φοβείται τον Άνδρα που είναι μια ταινία πάνω σ’ εμένα και τον Γιώργο Κωνσταντίνου, ποτέ να έκανε καμία υπόδειξη σημαντική. Θυμάμαι βέβαια ότι μας είχε προειδοποιήσει, όταν θα ήθελε να ξαναγυρίσει το πλάνο να μας χτυπάει με το δάχτυλο το σενάριο που κράταγε. Με τα δάχτυλά του έκανε έναν ήχο κι αυτό σήμαινε «άλλη μια φορά». Ήτανε μια ταινία που γυρίστηκε με πολύ όρεξη, με πολύ αγάπη και νομίζω ότι όλο αυτό βγαίνει όταν την δει κανείς. Μέχρι σήμερα την θεωρώ μια από τις καλύτερές μου ταινίες. Την χάρηκα αυτή την συνεργασία με τον Γιώργο Τζαβέλλα. Ήτανε πολύ φίνος, πολύ συναισθηματικός και άρχοντας.

CINE: Και πολύ επαγγελματίας...

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Τρομερός επαγγελματίας! Ταλαντούχος!

CINE: Θα ήθελα να επιστρέψουμε στο κύκνειο άσμα του, το τελευταίο έργο που γύρισε και στο οποίο πρωταγωνιστήσατε, το Η δε Γυνή να Φοβείται τον Άνδρα το 1965.

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Είναι η αγαπημένη μου ταινία. Είναι μια ταινία που γυρίστηκε στα στενά της Πλάκας, τόπος αγαπημένος του Τζαβέλλα, την ήξερε καλά κι από άλλες του δουλειές εκεί. Σχεδόν όλοι οι χώροι ήτανε φυσικοί. Ακόμα και το σπίτι που έμενα εγώ με τον Αντωνάκη ήταν φυσικός χώρος. Δεν θυμάμαι καμία δυσκολία. Όλα ευχάριστα τα θυμάμαι από αυτή την ταινία, μια ταινία που δεν κατάλαβα πως γυρίστηκε, δεν κατάλαβα πως διδάχτηκα ή σκηνοθετήθηκα. Ήταν όλα τόσο απλά και τόσο όμορφα.

CINE: Και με πολύ μεράκι...

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ναι με πολύ μεράκι, αλλά φαίνεται ότι το ταλέντο του Τζαβέλλα ήταν πολύ μεγάλο, μεγαλύτερο απ’ όσο θα μπορούσα να συνειδητοποιήσω τότε σαν νέα ηθοποιός, διότι κύλησε σαν νερό αυτή η ταινία. Είναι πολύ αγαπημένη ταινία αυτή για το κοινό, έχουν κρατήσει την ατάκα «παίρνω το καπελάκι μου και φεύγω» που μου το λένε και στο δρόμο πολύ συχνά, έξω ο κόσμος μου λεει για τον Αντωνάκη και την Ελενίτσα. Είναι αγαπημένη ταινία όχι μόνο δική μου αλλά και του κοινού. Αντιπροσώπευε μια εποχή με τα ήθη τα έθιμα και τα ταμπού της. Τα οποία ταμπού μπορώ να σου πω ότι σχεδόν και σήμερα είναι σε μια μεγάλη μερίδα κόσμου τα ίδια ακριβώς, γύρω από ένα ζευγάρι που συζεί χωρίς να έχει νυμφευθεί.

CINE: Το Αθηναϊκό κοινό ήταν ήδη εξοικειωμένο με αυτό το έργο. Είχε ανεβεί στο θέατρο το 1961 με πρωταγωνιστή τον Βασίλη Λογοθετίδη. Μήπως λοιπόν η επιτυχία της ταινίας ήταν δεδομένη;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Δεν ξέρω γιατί εκείνη την εποχή έπαιζα κι εγώ θέατρο και δεν είχα δει την παράσταση αλλά νομίζω ότι η διανομή που έκανε στην ταινία ο Τζαβέλλας ήταν τολμηρή, να διαλέξει δυο νέα παιδιά να υποδυθούν αυτούς τους ρόλους. Ήταν τολμηρή και πέτυχε. Άρα είχε και διορατικότητα εκτός από το ταλέντο του.

CINE: Και σας πλαισιώνανε και πολύ αξιόλογοι ηθοποιοί.

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ω ναι, η Δέσπω Διαμαντίδου, η Λίλη Παπαγιάννη, η Κατερίνα Γώγου, ο Ανδρέας Φιλιππίδης, ο Σταύρος Ξενίδης, πλειάδα υπέροχων ηθοποιών. Η Τασσώ Καββαδία...

CINE: Υπήρχε κάποια σκηνή που αδυνατούσατε να τελειώσετε λόγω γέλιου;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Δεν μπορώ να θυμηθώ. Γελούσαμε συνεχώς βέβαια, δεν κάναμε ποτέ όμως κάποιο cut από το γέλιο, σ’ αυτή την ταινία όχι. Δουλεύανε όλα σαν ρολόι, γλυκά, απαλά και μεθοδικά έτσι όπως ήξερε ο Τζαβέλλας να γυρίζει μια ταινία.

CINE: Οι ελληνικές ταινίες δημιούργησαν κινηματογραφικά ζευγάρια που καθιερώθηκαν στην συνείδηση του κόσμου, όπως για παράδειγμα το ζευγάρι Ίλια Λιβυκού-Βασίλη Λογοθετίδη. Εσείς υποδυθήκατε με μεγάλη επιτυχία, την σύζυγο του Γιώργου Κωνσταντίνου, του Ντίνου Ηλιόπουλου και άλλων καταξιωμένων ηθοποιών. Το κοινό όμως σας έχει συνδέσει πρωτίστως με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα.
Η χημεία σας ταίριαξε. Ήταν εύκολος παρτενέρ στους ρόλους;


Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ναι πάρα πολύ εύκολος, γι’ αυτό και δεν αλλάξαμε ποτέ αυτό τον συνδυασμό Κωνσταντάρα- Κοντού. Ήτανε πανεύκολη η συνεργασία μας και λειτουργούσαμε στο ίδιο μήκος κύματος. Τον καταλάβαινα και με καταλάβαινε, υποκριτικά εννοώ. Ο κόσμος με έχει συνδυάσει όντως με τον Λάμπρο, πολλοί δε νόμιζαν ότι είναι ο πραγματικός μου σύζυγος και στη ζωή, τουλάχιστον στην επαρχία. Πολλές φορές σε μια περιοδεία με ρωτούσανε αν είμαι παντρεμένη με τον Λάμπρο, αν ο Δημήτρης Κωνσταντάρας είναι γιος μου και κάτι τέτοια. Τόσο πολύ μας είχανε συνδυάσει. Είναι ο μεγαλύτερος αριθμός των ταινιών που έχω κάνει μαζί του, έχω κάνει 61 μεγάλου μήκους αλλά οι 30κάτι είναι με τον Λάμπρο. Οπότε είναι μοιραίο να μας συνδέουν γιατί είχαμε δέσει πάρα πολύ ωραία και σαν φιγούρες, είχαμε και πολύ συχνά θιάσους αθηναϊκούς μαζί επί σειρά ετών με μεγάλη επιτυχία, και αυτό συνεχίστηκε μέχρι και τον θάνατό του. Την τελευταία ταινία της ζωής του την κάναμε μαζί.

CINE: Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας ήταν πολύ γοητευτικός και είχε μεγάλη πέραση στο γυναικείο φύλλο. Χαρακτηριστικά ο Μίμης Φωτόπουλος έλεγε: «Καθόμασταν στην κουίντα και τον χαζεύαμε. Ήταν καλλονός ο μπαγάσας, σπουδαίο πράμα για εκείνη την εποχή. Και δεν είναι που έπαιρνε όλους τους ρόλους, το χειρότερο ήταν που μας έπαιρνε κι όλες τις γυναίκες...» Αληθεύει;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Α δεν μπορώ να το ξέρω αυτό, γιατί όταν άρχισα την συνεργασία μου με τον Κωνσταντάρα ήμουνα παντρεμένη κι εκείνος πάρα πολύ ερωτευμένος με την μετέπειτα γυναίκα του. Οπότε πραγματικά σ’ αυτή την δεκαετία ’60 ’70 που γυρίστηκαν οι ταινίες μας με τον Λάμπρο δεν είδα καθόλου τον γυναικά Κωνσταντάρα όπως τον χαρακτηρίζανε άλλοι συνάδελφοί του. Ήτανε πλήρως μονογαμικός με την μετέπειτα γυναίκα του.

CINE: Από το γυναικείο φύλο όμως δεν είχε πολλές θαυμάστριες;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ε βέβαια! Τα αυτόγραφα που του ζητούσαν όταν τελείωναν οι παραστάσεις, ένα 90 τοις εκατό ήταν από γυναίκες. Φυσικό είναι!

CINE: Ήταν όμως και προληπτικός. Θυμάστε κάτι χαρακτηριστικό;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ναι ήταν πολύ προληπτικός. Χτυπούσε ξύλο και έκανε τον σταυρό του εκατόν πενήντα φορές πριν βγει στη σκηνή. Αν του έλεγες πόσο όμορφος είσαι σήμερα, σου ‘λεγε φτύσε με και άλλα τέτοια. Είχε πάντα ένα φυλαχτό και φορούσε έναν σταυρό. Σ’ αυτά ήμασταν άκρως αντίθετοι με τον Λάμπρο. Κρυφογελούσα αλλά το σεβόμουνα βέβαια, εγώ δεν είμαι προληπτική, δεν πιστεύω στο μάτι. Στο μόνο που μπορώ να πω ότι είχαμε μια συγγένεια είναι ότι βεβαίως κι εγώ είμαι θρήσκα.

CINE: Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 πρωταγωνιστείτε σε ταινίες που σημείωσαν τρομερή επιτυχία. Αναφέρω ενδεικτικά τις Αλίμονο στους Νέους (1961) με τον Δημήτρη Χορν και Ο Φίλος μου ο Λευτεράκης (1963) με τον Ντίνο Ηλιόπουλο. Είναι η χρονική περίοδος που εμφανίζεται και στην Ελλάδα το STAR SYSTEM. Παραμερίζονται οι συγγραφείς και οι σκηνοθέτες και τους προβολείς της δημοσιότητας μονοπωλούν πλέον οι ηθοποιοί . Αδιαμφισβήτητα ήσασταν κι εσείς μια STAR. Το νιώσατε και πότε;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ουδέποτε ένιωσα star! Η λέξη star δεν με αντιπροσωπεύει, δεν την πιστεύω, δεν ήμουνα ποτέ το λαϊκό είδωλο όπως ήταν η Αλίκη Βουγιουκλάκη, δεν έγινα ποτέ, ήμουνα λιγάκι πιο μπροστά στην εποχή όπως και ο Λάμπρος. Ήμασταν λίγο ευρωπαίοι, γι’ αυτό αρέσουν και μέχρι σήμερα οι ταινίες μας και σαν ιστορίες και σαν φιγούρες, ήμασταν πιο προχωρημένοι από την εποχή εκείνη. Λοιπόν, δεν ήμουνα εγώ εκείνη η ηθοποιός που ερχόντουσαν τα κοριτσόπουλα και μου ζητούσαν αυτόγραφα. Νομίζω ότι ήμουν λίγο απόμακρη, δεν θεωρώ τον εαυτό μου ότι έγινα το λαϊκό είδωλο. Μπορώ να σου πω ότι σήμερα που τις ταινίες τις έχουν ξαναδεί νεότερες γενιές, αισθάνομαι λιγάκι πιο δημοφιλής από τότε. Οι εκδηλώσεις δηλαδή του κόσμού σήμερα είναι περισσότερες και πιο ζεστές, πιο άμεσες, στο δρόμο, στο ταξί, στο supermarket, στα καταστήματα. Έκανες μια παρατήρηση πριν ότι τα φώτα της δημοσιότητας έπεσαν στους ηθοποιούς, μίλησες για ηθοποιούς όπως ο Δημήτρης Χορν. Ήμουν πολύ τυχερή που συνεργάστηκα με ηθοποιούς σαν τον Χορν, τον Ντίνο Ηλιόπουλο, τη Ρένα Βλαχοπούλου και φυσικά τον Λάμπρο Κωνσταντάρα. Άσχετο αν εγώ ήθελα κάποια στιγμή να ασχοληθώ με άλλα πράγματα, θα μπορούσα και σήμερα, έχω προτάσεις και για σήριαλ και για να συμπρωταγωνιστήσω στο θέατρο. Απλώς άλλαξα τα ενδιαφέροντά μου.

CINE: Θα ήθελα τώρα να συζητήσουμε για την συμβολή του θεάτρου στην εδραίωση του κινηματογράφου. Εκείνη την εποχή υπήρξαν τρομεροί συγγραφείς τα κείμενα των οποίων μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο.

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Βέβαια, υπήρχε μια πλειάδα συγγραφέων τότε, Σακελλάριος, Γιαννακόπουλος, Βασιλειάδης, Πρετεντέρης, Γιαλαμάς, Ψαθάς που έργα τους παιζόντουσαν με ουρές στο θέατρο και μετά από κάνα χρόνο γινόντουσαν σενάρια απ’ τους ίδιους και γυριζόντουσαν ταινίες για την υπόλοιπη χώρα. Διότι αυτές οι παραστάσεις παιζόντουσαν μόνο στην Αθήνα και ίσως λίγες μέρες στη Θεσσαλονίκη κάθε Πάσχα. Το θέατρο τροφοδοτούσε με πρωταγωνιστές τον ελληνικό κινηματογράφο, διότι βλέπανε ότι είναι ένας τάδε, μια τάδε ταλαντούχοι και σ’ αυτούς γινόντουσαν οι προτάσεις. Βασικά όλοι αυτοί οι ηθοποιοί ήταν του θεάτρου, πράγμα που δυστυχώς δεν υπάρχει σήμερα. Σήμερα πολλές φορές η τηλεόραση τροφοδοτεί το θέατρο με ηθοποιούς. Έχω κάνει 61 ταινίες μεγάλου μήκους αλλά έχω παίξει 83 θεατρικά έργα, κι όλος ο κόσμος πανελλαδικά με γνωρίζει μονάχα από τον κινηματογράφο. Τα 83 θεατρικά έργα πλάι σε απίστευτους ηθοποιούς δεν υπάρχουν πουθενά. Τρεις σεζόν δίπλα στον Δημήτρη Χορν δεν υπάρχουν. Η συνεργασία μου με τον Ηλιόπουλο δεν υπάρχει, με τη Βλαχοπούλου δεν υπάρχει, με το Βουτσά, με τον Κωνσταντίνου, οι πρόζες που παίξαμε με τον Λάμπρο δεν υπάρχουν. Άρα πιστεύω ότι ο κόσμος ξέρει μόνο μια πλευρά της Μάρως Κοντού διότι δεν μπορεί από τις ταινίες που λίγο πολύ είχανε παρόμοια, συγγενική θεματολογία μ’ αυτές που έκανα με τον Λάμπρο, της καλής κοπέλας την οποία στο τέλος θα αποκαθιστούσε ο Λάμπρος κοινωνικά, να έχουνε διαμορφώσει μια γνώμη για μένα.

CINE: Στην εμπειρία του θεάτρου οφείλεται η ποιοτική ερμηνεία των ηθοποιών στις ταινίες. Οι παλαιότεροι ηθοποιοί του βαριετέ και της επιθεώρησης χρησιμοποιούσαν πολλές νούτικες ατάκες, αυτοσχεδίαζαν με κάθε ευκαιρία.

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ναι! Εμείς όχι τόσο, η δική μου η γενιά δεν έκανε τόσο αυτοσχεδιασμό. Μιλάς για τους πιο παλιούς που ήτανε ο Μακρής, ο Αυλωνίτης, ο Ρίζος, η Βασιλειάδου, αυτοί είναι η προηγούμενη γενιά από εμάς οι οποίοι ήταν υπέρ ταλαντούχοι. Βασιζόντουσαν πολύ σ’ αυτό που λες, στον αυτοσχεδιασμό, και έχουνε μείνει οι ατάκες τους διαχρονικές. Άνθρωποι που δεν είχανε ποτέ σπουδάσει σε σχολή ίσως και το γυμνάσιο να μην είχαν τελειώσει ορισμένοι αλλά είχαν αυτό το αστείρευτο ταλέντο. Εγώ ήμουνα θαυμάστρια του Αυλωνίτη. Χαιρόμουνα να τον βλέπω, όσες φορές μπόρεσα να τον δω από τις ταινίες.

CINE: Κυρία Κοντού πως προλαβαίνατε να ασχολείσθε και με το θέατρο και με τον κινηματογράφο;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ταυτόχρονα ήρθανε όλα. Ιδιαίτερα αυτή η δεκαετία ’60-’70 που άνθισε ο ελληνικός κινηματογράφος ήτανε και το ξεκίνημα της καριέρας μου της θεατρικής. Το 60 βγήκα πλάι στον Χορν με το έργο «Ρομανσέρο» και το βράδυ παίζαμε παράσταση και το πρωί γυρίζαμε ταινία. Όταν είσαι νέος αντέχεις πολλά. Μεταξύ της παράστασης και των γυρισμάτων μπορούσες να ξεκλέψεις μια ώρα ύπνου και να κοιμηθείς λίγες ώρες το βράδυ γιατί ξυπνάγαμε πάρα πολύ πρωί, αλλά τα έκανες και τα δυο με πολύ κέφι, με πολύ ενδιαφέρον, ήσουνα νέος, άντεχες. Δεν θυμάμαι να κουράστηκα ποτέ.

CINE: Και να τονίσουμε ότι ο ρυθμός παραγωγής των ταινιών ήταν ξέφρενος.

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ναι δεν κρατούσε πάνω από 40 εργάσιμες μέρες, διότι η παραγωγή ήτανε τέτοια που υπολογίζανε το συνολικό κόστος της ταινίας, τα έξοδα και τους μισθούς των πρωταγωνιστών, και πάντα τρέμανε μήπως μια ταινία κοστίσει πάρα πολλά λεφτά. Το φιλμ τότε το έγχρωμο, τα συνεργία, οι κομπάρσοι, τα σκηνικά, ήταν έξοδα και πάντα φρόντιζαν να είναι ταχύς ο ρυθμός για να μειωθεί το κόστος της ταινίας. Είναι δηλαδή απίστευτο να βλέπεις τέτοιας ομορφιάς ταινίες και να ξέρεις ότι γυρίστηκαν μόνο σε 40 μέρες όταν διαβάζουμε σήμερα ότι μια ταινία στο Hollywood γυρίζεται και ενάμιση χρόνο. Μια παρόμοια ταινία, δεν μιλάω για τις μεγάλες παραγωγές, μια Tootsie ας πούμε, είχα διαβάσει κάπου ότι κράτησε οκτώ μήνες, που είναι μια κωμωδία, το αντίστοιχο μιας ταινίας που έχω κάνει εγώ το αγόρι στο Αχ και να`μουν Άντρας.

CINE: Είχανε λοιπόν οι ταινίες πολύ μικρό budget.

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ναι, με σχετικά λίγα λεφτά γιατί και η αγορά ήταν περιορισμένη. Οι ελληνικές ταινίες παιζόντουσαν μόνο στην Ελλάδα εκτός από πολύ μεμονωμένες περιπτώσεις ταινιών που είχανε πάει σε φεστιβάλ και είχαν διαφημίσεις.
Ξεχάσαμε να πούμε και για τις ταινίες που έχω κάνει με τον Γιώργο Φούντα, που είναι τέσσερις σε σενάρια του Νίκου Φώσκολου, πάρα πολύ δυναμικές. Μια από αυτές, το Κάθαρμα είχε παιχτεί με πολύ καλές κριτικές στο Παρίσι τότε. Η συνεργασία μου με τον Γιώργο Φούντα ήταν φανταστική και υπέροχη, ένας ηθοποιός που δεν ήταν του θεάτρου τότε, ήταν κινηματογραφικός ηθοποιός αλλά ήταν υπέροχος. Εν πάση περιπτώσει, επειδή το πάθος μας και ο σνομπισμός που έχουμε εμείς οι ηθοποιοί, είναι να λέμε ότι είμαστε ηθοποιοί του θεάτρου, να σου πω την αλήθεια ο κινηματογράφος ήταν περισσότερο για τα χρήματα και λιγότερο για την τέχνη τότε. Αργότερα τον εκτιμήσαμε, αργότερα τον αγαπήσαμε, μπορώ να σου πω ότι σήμερα έχω την διάσταση του τι έκανε ο ελληνικός κινηματογράφος για μένα, τι μου ‘χει δώσει τι μου ‘χει προσφέρει. Ελπίζω να έχω προσφέρει κι εγώ κάτι σ ‘αυτόν.

CINE: Μήπως αυτό γινόταν επειδή το θέατρο σας πρόσφερε την ευκαιρία να ερμηνεύσετε μεγαλύτερη γκάμα δραματικών ρόλων;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Όχι, θεωρούσαμε ότι η κυρίως δουλειά μας είναι το θέατρο, ο κινηματογράφος ήταν ένα καινούργιο είδος που δεν το ξέραμε πολύ καλά. Ανησυχούσαμε μ’ αυτή την βιασύνη που γυριζόντουσαν οι ταινίες, χωρίς πολλές πρόβες, δεν ήταν όπως είχαμε μάθει στο θέατρο. Θεωρούσαμε ότι ήταν κάτι πιο φτηνό, πιο εύκολο, πιο εμπορικό, το κάναμε για τα χρήματα, έτσι λέγαμε. Σήμερα όμως τον έχω εκτιμήσει τον ελληνικό κινηματογράφο, έχω εκτιμήσει τους συγγραφείς, το μεράκι των παραγωγών του ΦΙΝΟΥ και του ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ-ΚΑΡΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ. Είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο σήμερα που τότε δεν το είχαμε συνειδητοποιήσει.

CINE: Δίνοντας σας ονόματα αξιόλογων ηθοποιών και συμπρωταγωνιστών σας, μπορείτε να τους χαρακτηρίσετε με λίγες λέξεις; Γιώργος Φούντας...

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Πρωτόγονος, αυθόρμητος, ντόμπρος, και πολύ καλός φίλος. Με μια λέξη, ΛΕΒΕΝΤΗΣ!

CINE: Νίκος Σταυρίδης...

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Γυναικάς!! Ταλαντούχος και γυναικάς!

CINE: Μίμης Φωτόπουλος...

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ένας σοβαρός κωμικός!

CINE: Γιάννης Γκιωνάκης...

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Εκπληκτικός μίμος!

CINE: Ντίνος Ηλιόπουλος...

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ο τζέντλεμαν της Ελλάδας!

CINE: Γιώργος Κωνσταντίνου...

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ταλαντούχος!

CINE: Δημήτρης Χόρν...

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ο Sir της ελληνικής σκηνής!

CINE: Κώστας Βουτσάς...

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Αλητάμπουρας, και ταλαντούχος!

CINE: Λάμπρος Κωνσταντάρας...

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Άρχοντας! Ένας όμορφος άρχοντας!

CINE: Αλέκος Αλεξανδράκης...

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Το καλό παιδί! Έτσι τον λέγαμε τον Αλέκο!

CINE: Γιατί πιστεύετε ότι οι ταινίες στις οποίες πρωταγωνιστήσατε παίζονται μετά από 40 χρόνια και σημειώνουν υψηλές θεαματικότητες;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Διότι ήταν ευφυείς οι συγγραφείς και γιατί το παίξιμο το δικό μου, του Κωνσταντάρα, του Κωνσταντίνου ήταν πάρα πολύ σύγχρονο, αφαιρετικό! Το κάναμε με πάρα πολύ αγάπη και επαγγελματισμό, βεβαίως γιατί ξέραμε ότι αυτό που θα υποδυθείς θα μείνει, δεν μπορείς να το σβήσεις. Δεν είναι όπως κάνεις μια κακή παράσταση στο θέατρο ένα βράδυ και πάει πέρασε, την είδανε μόνο αυτοί που ήτανε παρόντες και όσοι καταλάβανε ότι δεν ήσουνα σε καλή μέρα. Στον κινηματογράφο γυριζόντουσαν τα πλάνα μέχρι να γίνει το καλύτερο. Μείνανε στην ιστορία! Είχαν ωραίους συγγραφείς, ωραίες ερμηνείες, καλές παραγωγές, μια χαρά κληρονομιά είναι οι ελληνικές ταινίες!

CINE: Παρακολουθείτε τις ταινίες σας στην τηλεόραση;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Εάν συμπέσει να παίζονται οι ταινίες μου και είμαι στο σπίτι, θα παρακολουθήσω κάνα τέταρτο για να θυμηθώ, δεν θα καθίσω να την δω όλη βέβαια διότι ειδικά εγώ είμαι ένας άνθρωπος που δεν στέκω καθόλου στο παρελθόν. Κοιτάω μόνο το σήμερα και το αύριο. Τα ενδιαφέροντά μου όπως σου είπα και πριν έχουν τελείως αλλάξει, πολλές φορές με ρωτάνε «πως αισθάνεστε όταν βλέπετε μια ταινία σας στην τηλεόραση» και τους απαντώ «ότι αισθάνεστε εσείς όταν δείτε φωτογραφίες σας παλιές από ένα ωραίο ταξίδι, απ’ τον γάμο σας, από βαφτίσια του παιδιού σας». Δεν στέκομαι σ’ αυτό. Με την καλή έννοια σχεδόν το έχω ξεπεράσει, δεν το έχω ξεχάσει αλλά δεν στέκομαι καν εκεί. Έχουν αλλάξει τα ενδιαφέροντά μου. Ασχολήθηκα με τον Δήμο της Αθήνας, την πολιτική και τώρα κάνω κοινωνικό έργο στο κέντρο βρεφών Η ΜΗΤΕΡΑ σαν πρόεδρος. Έκλεισε ένας κύκλος γύρω από την υποκριτική και τις ταινίες.

CINE: Φαντάζομαι ο κόσμος όταν σας συναντούσε σας εξέφραζε με ποικίλους τρόπους την αγάπη και τον θαυμασμό του. Υπήρχε κάποια στιγμή που κάποιος θαυμαστής σας, πέρασε τα όρια του επιτρεπτού;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Όχι ομολογώ ποτέ κανείς! Ίσως είναι και το τι εκπέμπεις κι εσύ ο ίδιος γύρω από αυτά. Κανείς δεν πέρασε ποτέ το όριο του επιτρεπτού, αντιθέτως χαίρομαι τις εκδηλώσεις αγάπης θαυμασμού, οι οποίες σου τονίζω είναι περισσότερες σήμερα από τότε.

CINE: Τώρα πηγαίνετε στον κινηματογράφο;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Αραιά και που γιατί όπως ξέρεις η τεχνολογία μας έχει φέρει μέσα στο σπίτι τον κινηματογράφο. Παλαιότερα πήγαινα πιο συχνά, σήμερα όχι, δεν πηγαίνω τόσο συχνά ούτε στο θέατρο ούτε στον κινηματογράφο. Σαν να είμαι χορτασμένη κι απ’ τα δυο, δεν ξέρω τι να σου πω. Δεν επιθυμώ να πάω να δω μια ταινία, μια παράσταση. Πρέπει ν’ ακούσω τα εκπληκτικά πράγματα γι’ αυτή και να πάω.

CINE: Είδατε την Πολίτικη Κουζίνα και τις Νύφες;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Την Πολίτικη Κουζίνα την είδα, τις Νύφες δεν τις είδα ακόμη, αλλά θα παιχτούν στον κινηματογράφο του σπιτιού που λεω εγώ. Μ’ άρεσε πολύ η Πολίτικη Κουζίνα και οι ερμηνείες και όλα.

CINE: Πιστεύετε ότι ο Ελληνικός κινηματογράφος ανακάμπτει, και εκτός από ποιοτικός μπορεί να ξαναγίνει και εμπορικός;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Ναι! Πιστεύω ότι ανακάμπτει και θέλω να ανακάμψει. Πρέπει! Μεμονωμένα παραδείγματα έχουμε με ταινίες που έχουν και χιούμορ είναι και εμπορικές και διαφαίνονται κάποιοι συγγραφείς ταλαντούχοι. Έχουμε παραδείγματα, αλλά καλύτερα να μην αναφέρουμε κάποιον και αδικήσουμε κανέναν.

CINE: Τελειώνοντας θα ήθελα να μου πείτε από την πείρα σας στον κινηματογράφο και το θέατρο, ποια συμβουλή δίνετε στους νέους ηθοποιούς;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Κοίταξε να δεις, ο σημερινός ηθοποιός έχει κι αυτός τα ίδια μέσα περίπου που είχαμε κι εμείς. Έχει το θέατρο το οποίο είναι πολύ δυσκολότερο και θέλει άλλου είδους υποδομή θεατρική και υποκριτική, κι έχει και την τηλεόραση, τα σήριαλ. Άρα έχει κι αυτός δυο διαφορετικούς επαγγελματικούς χώρους, γιατί είναι τελείως άλλο πράγμα το θέατρο και άλλο ο κινηματογράφος ή η τηλεόραση. Αν έχεις έναν καλό σκηνοθέτη στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση μπορεί να σε σώσει κι ας είσαι και μετρίου ταλέντου. Η σκηνή σε αποβάλλει αν είσαι ατάλαντος. Κατά συνέπεια νομίζω ότι ο ηθοποιός πρέπει πρώτα ν’ αγαπάει το θέατρο και να επιζητά τους καλούς ρόλους και τα ωραία σχήματα, τους ωραίους θιάσους, να θέλει ταλαντούχους συναδέλφους να συνυπάρχει και να αγαπάει πάρα πολύ αυτό που κάνει. Τώρα, πολλά παιδιά που ξεκινάνε έχουν κι αυτά τις ανάγκες τους όπως είχαμε κι εμείς τότε και θα παίξουνε και σε καμία πατάτα.... Όμως το ταλέντο θα φανεί και στην πατάτα, και θα περιμένει την επόμενη πρόταση που μπορεί να είναι καλύτερη. Είναι καλό να βάζει κανείς στόχους για το καλύτερο, το ποιοτικότερο, δεν είναι όμως πάντα εφικτό να το διαλέξεις.

CINE: Οι νέες πειραματικές σκηνές μπορούν να αποτελέσουν ένα βήμα για προβολή;

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Δίνουν μια ευκαιρία, μια σπουδή και μια εμπειρία. Εγώ εύχομαι στους νέους ηθοποιούς να αποκτήσουν αυτό που πραγματικά επιθυμούν. Αν είχα όμως μια συμβουλή να τους δώσω, θα τους έλεγα ότι αν ήμουν στην θέση ενός ηθοποιού ο οποίος επί χρόνια ταλαιπωρείται ή πιστεύει ότι αδικείται και είναι πικραμένος, εγώ σαν χαρακτήρας θα έκανα στροφή 180 μοιρών, θα άλλαζα επάγγελμα. Δεν συμβουλεύω ηθοποιούς να σούρνονται επί χρόνια παραπονούμενοι, πιστεύοντας ότι μονίμως αδικούνται, ότι δεν έχουνε τα μέσα, ανθρώπους να τους σπρώξουνε, δεν συμφωνώ. Εγώ πιστεύω ότι ένα ταλέντο θα δικαιωθεί κάποια στιγμή, αλλιώς δρόμο! Η σκηνή είναι άκρως δημοκρατική και με κανένα μέσο δεν μπορείς να παραμείνεις όρθιος αν δεν έχεις ταλέντο. Θα σε απορρίψει θα σε αποβάλλει. Η σκηνή δεν σηκώνει αστεία και δεν κρύβει τίποτα. Ο φακός και ο καλός σκηνοθέτης σε μια ταινία, σε ένα σήριαλ, μπορούν να σε καλύψουν μια δυο φορές.

CINE: Κυρία Κοντού, σας ευχαριστώ για τις πολύτιμες πληροφορίες που μας δώσατε για τον ελληνικό κινηματογράφο. Η κουβέντα μαζί σας ήταν πολύ ευχάριστη και δηλώνω απροκάλυπτα ότι είμαι γοητευμένος. Σας ευχαριστώ πολύ!

Μ. ΚΟΝΤΟΥ: Κι εγώ ευχαριστώ!


 
 
Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια. Στείλτε το πρώτο!

Αυτή τη στιγμή δεν είστε συνδεδεμένος. Συνδεθείτε ή κάντε εγγραφή για να σχολιάσετε.