Αφιερωμα
Πεμ 10 Νοε 2005
Παρουσιάστε όπλα. Επιτέλους, ένας εραστής στο ελληνικό θέατρο*

Ένας από τους μεγαλύτερους πρωταγωνιστές του θεάτρου, ο άντρας με το γοητευτικό γαλάζιο βλέμμα, o αιώνιος ζεν πρεμιε του ελληνικού κινηματογράφου έφυγε διακριτικά και με αξιοπρέπεια. Ακριβώς όπως έζησε. Ο
Αλέκος Αλεξανδράκης υπήρξε ένας από τους τελευταίους μεγάλους, από τους τελευταίους αγαπημένους των ελλήνων θεατών.
Γεννημένος το 1928 στην Αθήνα μεγάλωσε σε ένα σπίτι γεμάτο βιβλία μιας και ο πατέρας του, Βάσια Αλεξανδράκης, ήταν δικηγόρος. Λάτρευε τα μυθιστορήματα και περνούσε πολλές ώρες διαβάζοντας. Όμως λάτρευε και τον αθλητισμό. Γραμμένος στον ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ σύνδεσμο έμαθε τένις και ξιφασκία και σε ηλικία 15 ετών βρέθηκε ανάμεσα στα μέλη της εθνικής ομάδας ξιφασκίας. Βίωσε τα δύσκολα χρόνια της κατοχής μα παρ’ όλες τις δυσκολίες κατόρθωσε να φοιτήσει στα καλύτερα σχολεία της εποχής, ανάμεσα τους και το «Μπερζαν» γνωστό σε όλους μας πλέον ως σχολή Μωραϊτη. Στα 16 του μπήκε στην σχολή ναυτικών δοκίμων, μα τελικά τον κέρδισε το θέατρο. Οι θεατρικές παραστάσεις του
Καρόλου Κουν τον συνεπαίρνουν κι αποφασίζει να δώσει εξετάσεις στο Βασιλικό θέατρο. Περνάει πρώτος και από την στιγμή εκείνη ξεκινάει να αφήνει τις καλύτερες εντυπώσεις, έχοντας κερδίσει την προσοχή του
Δημήτρη Χορν που διέκρινε αμέσως το έμφυτο ταλέντο του γοητευτικού νεαρού.

Το βάπτισμα του πυρός το παίρνει το 1949 με τον θίασο της
Κατερίνας και το έργο «
Φθινοπωρινή παλίρροια». Ένα χρόνο μετά τον ανακαλύπτει ο
Φίνος και του προτείνει να παίξει στον κινηματογράφο. «
Εκείνες που δεν πρέπει να αγαπούν» και το «
Δύο κόσμοι» ανοίγουν την πόρτα της έβδομης τέχνης στον
Αλεξανδράκη για να μην κλείσει ποτέ . Παίζει σε 100 τουλάχιστον ταινίες, αισθηματικές κωμωδίες δράματα, μελοδράματα, και μεταμορφώνεται, αναλόγως των απαιτήσεων, σε προκλητικό εραστή, διανοούμενο, αρχιτέκτονα, λαϊκό άντρα γεμάτο πυγμή, ευγενή και ρομαντικό ιππότη, ενίοτε και σε άνθρωπο χωρίς συνείδηση... Συμπρωταγωνιστεί

με όλα τα μεγάλα ονόματα της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου όπως αυτό της
Τζένης Καρέζη, της
Αλίκης Βουγιουκλάκη, της
Ρένας Βλαχοπούλου, της
Μελίνας, της
Ζωής Λάσκαρη και άλλων πολλών. «
Στέλλα», «
Ο Βαφτιστικός», «
Το νησί των γενναίων», «
Δάκρυα για την Ηλέκτρα», «
Ραντεβού στην Κέρκυρα», «
Η κόμισσα της Κέρκυρας», «
Το Δόλωμα», «
Η Μαρία της σιωπής», «
Ομορφες μέρες», «
Το Κοριτσι με τα Παραμυθια», «
Η Αγνή του λιμανιού», «
Μια τρελή τρελή οικογένεια», «
Ξύπνα Βασίλη», «
Οικογένεια Χωραφά» είναι μερικές από τις ταινίες στις οποίες πρωταγωνίστησε και τις οποίες τελικά ανέδειξε με το ταλέντο του και την χάρη του. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλές μέτριες ταινίες αναβαθμίστηκαν χάρη στην παρουσία του αλλά και στην επαγγελματική του συνέπεια.

Έκτος όμως από ηθοποιός ο
Αλέκος Αλεξανδράκης ανέλαβε δράση και ως θιασάρχης για 35 χρόνια κάνοντας την αρχή το 1956, ενώ σκηνοθετεί και δυο από τα πιο σημαντικά, για την εποχή και τα πολιτικά γεγονότα, κινηματογραφικά έργα. Στην περιοχή του «Ασύρματου» γυρίζει το 1961 την «
Συνοικία το Όνειρο» μια ταινία στην οποία έβαλε όλο του το μεράκι, ό,τι χρήματα είχε αλλά και την αγωνία του για την πολιτική κατάσταση της χώρας. Η ταινία, ένα αυθεντικό δείγμα ελληνικού νεορεαλισμού, αφηγούνταν τις μίζερες συνθήκες ζωής των κατοίκων μίας φτωχογειτονιάς των Αθηνών, οι οποίες όμως δεν τους εμπόδιζαν να ονειρεύονται. Στην ταινία συμπρωταγωνιστούσε με την τότε σύζυγό του
Αλίκη Γεωργούλη ενώ την μουσική είχε γράψει ο
Μίκης Θεοδωράκης. Η ταινία λογοκρίθηκε εξ αιτίας των ξεκάθαρων πολιτικών και κοινωνικών προβληματισμών της, η προβολή της κατ’ αρχάς απαγορεύθηκε και τελικά βρήκε τον δρόμο για τις κινηματογραφικές αίθουσες ένα χρόνο μετά την ολοκλήρωση της και αφού χορηγήθηκε σχετική άδεια από τον Καραμανλή. Ωστόσο αυτό που είδαν οι θεατές δεν ήταν αυτό που γύρισε ο
Αλεξανδράκης, ήταν αυτό που έμεινε μετά την σαρωτική επέμβαση των λογοκριτών. Δυστυχώς η ταινία δεν προβλήθηκε ποτέ στην ολοκληρωμένη της μορφή καθώς τα αρνητικά καταστράφηκαν για πάντα. Η ταινία κατάφερε να κερδίσει βραβείο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης το 1961 όμως αυτό δεν έσωσε τον
Αλεξανδράκη από την οικονομική καταστροφή.

Η δεύτερη σκηνοθετική του προσπάθεια παρουσιάστηκε ένα χρόνο μετά με το έργο «
Ο θρίαμβος». Τα γυρίσματα του
Θριάμβου ξεκίνησαν πριν αυτών της
Συνοικίας μα λόγω έλλειψης χρημάτων ολοκληρώθηκε και παρουσιάστηκε την επόμενη χρονιά. Στις σκηνοθετικές του απόπειρες αξίζει να προστεθεί και αυτή της κινηματογραφικής μεταφοράς της «
ζωής εν τάφω» του
Μυριβήλη, μία απόπειρα που δεν ευδοκίμησε εξαιτίας του υψηλού κόστους παραγωγής. Ενώ λοιπόν εξασφαλίζει τη αρωγή Ανατολικογερμανών χρηματοδοτών έρχεται η Χούντα να διακόψει απότομα και τα δικά του όνειρα μαζί με τα όνειρα ενός ολόκληρου έθνους. Το καθεστώς απαγορεύει στον
Αλεξανδράκη να ταξιδέψει στο εξωτερικό και στη συνέχεια απαγορεύει την οποιαδήποτε αναφορά του ονόματός του στις ταινίες και στο θέατρο.
Ο
Αλέκος Αλεξανδράκης ερμήνευσε και σημαντικούς ρόλους του θεατρικού ρεπερτορίου. Οι συγκλονιστικά μετρημένες, ενίοτε βαθυστόχαστες, ερμηνείες του σε έργα όπως τα «
Παράξενο Ιντερμέτζο», «
Ταξίδι της ημέρας μέσα στην νύχτα», «
Μαντάμ Μπατερφλάι», «
Η γυναίκα με τα μαύρα», «
Έγκλημα και Τιμωρία», «
Tέσσερα δωμάτια με κήπο», «
O γλάρoς», «
Τα μεγάλα χρόνια», «
Πικνίκ», «
Θείος Βάνιας» παραμένουν αξέχαστες. Το 1980 ανεβαίνει στο σανίδι μαζί με τον
Δημήτρη Χορν, στο
Σλουθ. Οι δύο πιο χαριτωμένοι άνθρωποι του ελληνικού θεάτρου, δύο αγαπημένοι ζεν πρεμιέ, δύο μεγάλοι ηθοποιοί προσφέρουν στο κοινό τους μία μοναδική παράσταση όπου δύο συγκλονιστικές ερμηνείες παραδίδουν μαθήματα υποκριτικής τέχνης.
Ο
Αλεξανδράκης έκανε και επιλεγμένες δουλειές στην τηλεόραση. Εμφανίστηκε στον
Παράξενο Ταξιδιώτη, στους
Μυστικούς Αρραβώνες και κράτησε τον ρόλο του
Γιούγκερμαν στο ομώνυμο σήριαλ που βασίστηκε στο μυθιστόρημα του
Μ. Καραγάτση. Ως Γιούγκερμαν υπήρξε εξαιρετικός. Λίγοι ηθοποιοί διέθεταν το υπόβαθρο για να ερμηνεύσουν αυτόν τον τόσο πολύπλοκο ήρωα. Ο Γιούγκερμαν είναι μακράν η καλύτερη εμφάνιση του
Αλεξανδράκη στην μικρή οθόνη.

Η προσωπική του ζωή υπήρξε πλούσια ωστόσο όχι ταραχώδης . Τέσσερις γάμοι με τέσσερις γυναίκες τις οποίες αγαπούσε και σεβόταν μέχρι το τέλος της ζωής του (ή της δικής τους στην περίπτωση της
Γεωργούλη). Σε μια περιοδεία του στο Σουδάν γνωρίζει την πρώτη του γυναίκα
Μαρτζ Βάλβη και με την επιστροφή του στην Ελλάδα παντρεύονται. Ο γάμος τους κρατάει για τρία χρόνια Τρία χρόνια όμως κράτησε και ο δεύτερος του γάμος με την Μις Γαλλία
Κλοντ Σαμπαντού. Το 1956 αποτελεί είδηση της χρόνιας ο τρίτος του γάμος του με την
Αλίκη Γεωργούλη ο οποίος κρατάει και αυτός τέσσερα χρόνια. Ο γόης του κινηματογράφου είναι τέτοιος και στην ζωή του. Αγαπά τις γυναίκες, τον αγαπούν και αυτές ωστός αυτό δεν είναι αρκετό για να ανέχονται να τον μοιράζονται. Η ελβετίδα
Βερένα Γκάουερ ήταν η τέταρτη γυναίκα του μεγάλου ηθοποιού με την οποία ζει πέντε χρόνια και αποκτά δυο παιδιά. Το 1969 ερωτεύεται την
Νόνικα Γαληνέα και περνάει μαζί της είκοσι ένα χρόνια, αφιερώνοντάς της τις πιο όμορφες στιγμές του και προωθώντας την καριέρα της. Όπως έλεγε και ο ίδιος ταίριαζαν όπως ο τέντζερης με το καπάκι.

Η τελευταία εμφάνιση του
Αλέκου Αλεξανδράκη στην σκηνή ήταν το 1998, στη Νέα σκηνή του Εθνικού Θεάτρου στο έργο «
Σαλόνικα» μαζί με την
Θέμιδα Μπαζάκα, ενώ τον είδαμε και σε μικρούς ρόλους που του κέντρισαν το ενδιαφέρον στην τηλεόραση (
Αίθουσα του θρόνου,
Να με προσέχεις και
Κόκκινος κύκλος). Η τελευταία του κινηματογραφική εμφάνιση ήταν στην ταινία του
Β. Ντούρου «
Το φως που σβήνει».
Ο
Αλέκος Αλεξανδράκης ήταν ένας μεγάλος ηθοποιός με όραμα που έζησε σε μία μικρή χώρα. Σ’ αυτήν την χώρα, με τις αντιξοότητές της, την δυσλειτουργικότητά της, την φτώχεια της αλλά και την γενναιοδωρία της, εργάστηκε, σ’ αυτήν την χώρα ο κόσμος τον αγάπησε, αυτή την χώρα φώτισε με το ταλέντο του, αυτή η χώρα τον θρηνεί… Σήμερα μας λείπει…. Στον καθένα από εμάς…
*
Η φράση ανήκει στον Αιμίλιο Χουρμούζιο. Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή μετά την εμφάνιση του νεαρού Αλεξανδράκη στη Φθινοπωρινή Παλίρροια